Josef Koudelka (αφιερωμένο ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ στους φίλους από το LIFOblog)

Η τσέχικη φωτογραφία είναι ίσως η πιό συγκροτημένη εθνική σχολή φωτογραφίας παγκοσμίως. Εμοιαζε όμως πως ο πιό διάσημος τσέχος φωτογράφος να αφίσταται σημαντικά τών χαρακτηριστικών αυτής τής  συμπαγούς εθνικής σχολής. Μιά πιό προσεκτική  εξέταση τού έργου τού μεγάλου αυτού κεντροευρωπαίου και αληθινού ανθρωπιστή (όχι με τη κλαούρικη και μίζερη έννοια που τη πασάρουν οι λογής φωτο-ιεροκήρυκες),  τού σεμνού και εκτάκτως λιγομίλητου αυτού διανοητή του φωτογραφικού μέσου, θα αποδείξει οτι τελικά δε πρόδωσε τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά τής τέχνης τής πατρίδας του.

Sudek:η μεγάλη πατριρχική μορφή της τσέχικης φωτογραφίας, ο Παπαδιαμάντης της φωτογραφικής τέχνης

Ο Κουντέλκα ξεκίνησε τη φωτογραφική του καρριέρα πάνω κάτω με τον ίδιο τρόπο που φαίνεται πως θα τη τελειώσει: με τα πανοραμικά. Στη τσέχικη φωτογραφία-αλλά και στη παγκόσμια- τα πανοραμικά είναι καθαγιασμένα  απο τη τέχνη τού, επίσης τσέχου, Josef Sudek. Η επίδραση λοιπόν του μεγάλου ερημίτη τής φωτογραφίας του μεσοπολέμου ήταν καταλυτική στο νεοφώτιστο. Με μιά ουσιώδη-και αναπόφευκτη-διαφορά. Στο Κουντέλκα δεν έχουμε τον ονειρικό- γοτθικό πολλές φορές-ρομαντισμό τής Σουντέκειας εικονογραφίας αλλά ένα ρεαλιστικό – ή μήπως νατουραλιστικό; – γραφισμό. Η κάμερα τού Σούντεκ(μεγάλου φορμά) στέκονταν περήφανη και ασφαλής στο βαρύ ,ξύλινο τριπόδι της και αντίκρυζε ομιχλώδη θαλερά πάρκα,πέτρινους καθεδρικούς, λουσμένους στην αχλύ τού πρωϊνού φωτός, ξεχασμένα κοιμητήρια , σκηνογραφικής τελειότητας σοκάκια σε κάποιες απόμερες γειτονιές τής Πράγας ή-τελευταίο αλλά όχι έσχατο-το στούντιο του και  τη μικρή φτωχική αυλή του με το πυκνοφυτεμένο κήπο.

 Ο Κουντέλκα αντίθετα, κρατώντας τη μηχανή στο χέρι, σέρνεται, τί λέω, σχεδόν κυλιέται στα χώματα, στα ρυπαρά πεζοδρόμια ,στη περιφέρεια τής ζωής, σε άνυδρες-και ψυχικά- εκτάσεις, σε ξεκοιλιασμένα τοπεία εργοταξίων, γενικά εκεί οπού στριμώχνεται το όριο του αισθήματος και τού βλέμματος. Περιέργως όμως δε βγαίνει μιζέρια απ’τις εικόνες του. Η ρωμαλεότητα τής φόρμας του ,με τα έντονα γραμμικά στοιχεία της και το εντελώς ιδιαίτερο τής ατμόσφαιρας ,που είναι ένας ελεγχόμενος- και καμιά φορά τρυφερός!- ζόφος, δημιουργούν μιά ευανάγνωστη,ήπια διατύπωση τού τραγικού. Στον Σούντεκ υπάρχει μιά γλυκειά μετάβαση στούς τόνους τού ασπρόμαυρου, χωρίς αυτό να σημαίνει οτι καραδοκεί και ο κίνδυνος μιάς ράθυμης , ροδαλής ονειροπόλησης. Στο Κουντέλκα τα αισθήματα είναι πιό τραχειά, πιό επιθετικά αλλά όχι ανελέητα και αχαλίνωτα ή κανιβαλικά, όπως συχνά συμβαίνει με πολλούς φωτογράφους του πρακτορείου Μαγκνουμ (το ξαναλέμε: τον σώζει η φόρμα του ,δηλαδή η στοχαστική του φύση ). Το μαύρο στη φωτογραφία τού Κουντέλκα δεν είναι απλά και μόνο ο κυρίαρχος τόνος τής εικόνας  αλλά, με το ερεβώδες βάθος του, τη  πλουτίζει εκφραστικά και διαστέλλει το ψυχισμό της εντός μας. Είναι αταλάντευτα,απαρασάλευτα, αδιαπράγμάτευτα και  αποφασιστικά μαύρο, είναι ο υπερσυντέλικος τής φωτογραφικής του γλώσσας!

Με τα πανοραμικά του ο Κουντέλκα ανανέωσε μιά ριψοκίνδυνη φόρμα που πάντα ρέπει πρός το γραφισμό . Μη ξεχνάμε οτι ο διασημότερος γραφίστας τού Παρισιού, ο Αλφόνς Μυσά , που ήταν τσέχος και η επίδραση σε κάθε μορφή τέχνης στη γενέτειρά του ήταν καταλυτική, είχε ιδιαίτερη αδυναμία στις κάθετες στενόμακρες φόρμες απόπου και οι τολμηρότατες-αν και όχι πάντα επιτυχείς- απόπειρες τού Κουντέλκα . Ανανέωσε λοιπόν με ασυνήθιστη μαεστρία και σθένος το περιεχόμενο τής πανοραμικής εικόνας και εμπλούτισε με φαντασία το μορφικό της ρεπερτόριο.Κάτι μάλλον ασυνήθιστο για τούς φωτογράφους που πολύ σπάνια έχουν φορμαλιστικές ανησυχίες και προβληματισμούς. Ο Κουντέλκα είναι μία απο τις ελάχιστες εξαιρέσεις που ενώ δε χάνει ποτέ την ουσία του περιεχομένου και τού βαθύτερου νοήματος τής εικόνας του, μολοντούτο δε σταματά να διερευνά το σκεύος μεταφοράς αυτού τού νοήματος, που δεν είναι αλλο τι παρα η φόρμα στην πιό σύνθετη μορφή της,δηλαδή την απλότητα.

Αν μπλεχτείς με την ιστορία μπορεί και να σε αδικήσει. Κάτι τέτοιο συνέβη και με το Κουντέλκα. Οι φωτογραφίες του απο την «Ανοιξη τής Πράγας» τον έκαναν διάσημο εν μιά νυκτί και για τη πλειοψηφία τών ανθρώπων που γνωρίζουν το όνομα του  η παραπομπή στα γεγονότα τού 1968 γίνεται αυτοματικά. Η συγκεκριμμένη δουλειά-φορτωμένη με το σεντιμενταλισμό τής ιστορικής στιγμής και τη πίεση τού παλμού τών γεγονότων- είναι όμως η λιγότερο αντιπροσωπευτική τής αισθητικής και τού συστήματος φωτογραφικής αντίληψης Κουντέλκα. Κι όμως, ακόμα κι εδώ, αν συγκριθεί με τούς φωτογράφους που αποθανάτισαν τα αντίστοιχα γεγονότα τού παρισινού Μάη, αναδεικνύεται και πάλι η υπεροχή του,παρόλο οτι δούλεψε υπο πολλαπλάσια πιό αντίξοες συνθήκες.Είναι χαρακτηριστική η εμμονή του για φορμάρισμα τών επαναστατικών εικόνων και η απόπειρα του να επιχειρήσει συμβολιστική εικονογραφία ακόμα και την ώρα τη δύσκολη τής ήττας.

Ο Κουντέλκα όμως αγαπήθηκε κυρίως για τούς «Τσιγγάνους» του.Και αγαπήθηκε μέχρι μελαγχολικής παραξηγήσεως,παρεξήγηση στην οποία τη μέγιστη συμβολή έχουν οι -αυτόκλητοι τίς περισσότερες φορές- μαθητές του.

 Πρώτα απόλα οι «Τσιγγάνοι» είναι μιά συνειδητή επιλογή τού Κουντέλκα να δουλέψει πάνω σε ένα θέμα και περιορισμένο αλλα και περιοριστικό. Υπάρχει μιά σύλληψη και μιά κεντρική ιδέα πίσω απ’αυτή τη δουλειά, που εκτελούνται και  πραγματώνονται  με  συνέπεια. Πρώτον: o Κουντέλκα δε πέφτει ούτε μιά φορά θύμα τού επικίνδυνου ιού τής γραφικότητας και τού αδελφού του ιού τής αισθηματολογίας. Κατ’αυτή την έννοια,για να μιλήσουμε με μουσικές αντιστοιχίες, δεν είναι Γιόχαν Στράους ή Κάλμαν,δεν είναι κάν Μπράμς ,είναι μάλλον Λιστ και ακόμα περισσότερο Κόνταγυ ή Μπελα Μπάρτοκ. Υπάρχει σοβαρότητα στο τρόπο που αντιμετωπίζει το θέμα του αντάξια ενός ζωγράφου όταν καλέιται να ζωγραφίσει τον αυτοκράτορα του. Δεν είναι τυχαία αυτή η τελευταία αναφορά. Η ιερατικότητα στη λήψη,που συνηγορείται απο την, πολλές φορές, σχεδόν βυζαντινή μετωπικότητα, η διάθεση μνημειακότητας που είναι περισσότερο ψυχικής υφής παρα διαστάσεις τής εικόνας καθεαυτής(αν και άνετα θα μπορούσα να φανταστώ αυτές τίς εικόνες σαν σπαράγματα τοιχογραφιών), η σοβαρότητα και το βάθος αλλά και η ειλικρίνεια τού αισθήματος, που μοιάζει με πυρωμένο μέταλλο που μόλις όμως έχει καλουπωθεί, ο συνειδητός ναϊβισμός τής εικόνας ,που αποκλείει στυλιστικές χαριτωμενιές και που με τη στιβαρότητα του παραπέμπει στις διατυπώσεις τού Τζιόττο ή τού Πιέρο ντελλα Φραντσέσκα.

 Ο Κουντέλκα δεν είναι ο εμμενής φωτογράφος τού στιγμιότυπου. Αν τού προκύψει, κι εφόσον ταιριάζει στις προγραμματικές του αισθητικές ,θα το καλοδεχτεί, διαφορετικά θα το προσπεράσει. Οι «Τσιγγάνοι» του δεν είναι στιγμιότυπα, είναι συνειδητές, επιλεγμένες, σκηνοθετημένες μινιμαλιστικά, εικόνες με μεγιστοποιημένες όμως τις συνέπειες στο θυμικό τού θεατή. Σαν εγχείρημα θυμίζει τίς φωτογραφίες τού Εντουαρντ Κέρτις με τίς απειλούμενες με εξαφάνιση φυλές τών Ινδιάνων,αλλά ο αμερικανός προπάτορας τού Κουντέλκα,παρόλη την σοβαρότητα με την οποία εξετέλεσε τον άθλο του, δεν απέφυγε τη γραφικότητα,θύμα ίσως τού εθνογραφικού του κίνητρου και τής σκοπιμότητας που έτσι έπρεπε να υπηρετηθεί..Στο Κουντέλκα κυρίαρχο είναι το ανθρώπινο στοιχείο καθεαυτό,είναι αυτό που πρωταρχικά παρουσιάζεται και μόνο δευτερευόντως (για να μη πώ και τριτευόντως) το φυλετικό, που προκύπτει μάλλον συνειρμικά παρα στενά εικονογραφικά. Αν βρίσκω μιά απόλυτη αντιστοιχία ύφους, αυτή ίσως να είναι η μόνη αλλά και τόσο μοναδική εικόνα τσιγγάνου τού μεγάλου γερμανού φωτογράφου August  Sander. Όλη η αξιοπρέπεια και η θέρμη μιάς εκρηκτικής φυλετικής ιδιοσυγκρασίας, συμπυκνωμένη στο πυρακτωμένο βλέμμα , το «λερωμένο» στάϊλιν και την εφηβική αλκή ενός λιπόσαρκου αλλά ευλυγιστου και χαριτωμένου σώματος.

Μετα την Πράγα ο Κουντέλκα, διάσημος πιά και αγαπημένος και με έδρα του τη Γαλλία, ξεκίνησε το κύκλο τών «Εξοριών» του, στο κλίμα τών «Τσιγγάνων». Κάποιες απο τίς εικόνες που παρήγαγε-και συνεχίζει να παράγει- είναι εικόνες ανθολογίας στην ιστορία τής φωτογραφίας. Μπαίνουν όμως πιό πολύ στη λογική ΄τού στιγμιότυπου (εντάχθηκε εν τώ μεταξύ και στο φωτογραφικό πρακτορείο Μάγκνουμ) παρά στο προγραμματικό λόγο τού μεγάλου του έργου δηλαδή τών «Τσιγγάνων». Και εδώ όμως η κλάση του ακτινοβολεί το ήθος και την ευθυβολία τού βλέμματος του και ανταποκρίνεται στίς απαιτήσεις τής «μαγκνουμίστικης»  συλλογιστικής με μιά επάρκεια και με μιά συνέπεια που πιστοποιεί για μιά ακόμη φορά τη βαθειά συγκρότηση του σαν συνειδητού,συνειδητοποιημένου και ρηξικέλευθου εικονοποιού.

Ήρθε για να μείνει στο κόσμο τής φωτογραφίας ο Κουντέλκα,δεν έχει τίποτε απο τη τυπική συμπτωματολογία τών πολλών τουριστών -λόγω τής φαινομενικής ευκολίας – τού επαγγέλματος. Ασκητής και περιπατητής, αγλαϊζει με το ήθος του και τη σεμνότητα τού βλέμματος του τούς τόπους που διαβαίνει. Κάποτε τον συνάντησα στο δρόμο μου κι εγώ. Είχε μπεί στο πλάνο μου και μού το «χάλαγε»(αν είναι δυνατόν!). Χωρίς να συνειδητοποιήσω περί ποίου επρόκειτο, τούγνεψα με το χέρι να μεριάσει . Με προθυμία και  υποδειγματική συναδελφική αλληλεγγύη έστερξε στο αίτημα μου αφήνοντας μου ένα χαμόγελο . Το κρατάω ακόμα .

Σχολιάστε