Λουδδίτης, ο: μέλος των οργανωμένων ομάδων βρετανών εργατών που, το 19ο αιώνα διαδήλωναν υπέρ της καταστροφής των υφαντουργικών μηχανών οι οποίες τους αντικαθιστούσαν. Οι Λουδδίτες ήταν συνήθως μασκοφόροι και δρούσαν τη νύχτα. Ο ηγέτης τους, φανταστικός ή πραγματικός, ήταν γνωστός ως Βασιλιάς Λουντ. Απέφευγαν τη βία κατά ανθρώπων και συχνά είχαν την πλήρη στήριξη της τοπικής κοινωνίας. Το 1812 μια ομάδα Λουδδιτών είχε δολοφονηθεί κατ’ εντολή του βιομήχανου Χορσφολ (ο οποίος κατόπιν δολοφονήθηκε σε αντίποινα). […] Ο όρος Λουδδίτης χρησιμοποιείται σήμερα για να υποδηλώσει πρόσωπα ή ομάδες που αντιτίθενται στην τεχνολογική αλλαγή. Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα

O θάνατος του ανθρώπου που έγινε γνωστός ως γιουναμπόμπερ, Unabomber, του Θεόδωρου, Τεντ, Καζίνσκι, στα 81 του χρόνια, στο κελλί του, στη Βόρειο Καρολίνα των ΗΠΑ, λες και επελέγη από τον ίδιο. Δεν υπάρχει πιο κατάλληλη ώρα για να θυμηθεί κανείς τον ιδιαίτερο και ιδιότυπο αυτό ακτιβιστή του περιβάλλοντος και της επιβίωσης του ανθρωπίνου είδους, που έγινε “τρομοκράτης”, από την ώρα που το θέμα της Τεχνητής Νοημοσύνης και των δυνατοτήτων της απασχολεί έντονα κοινή γνώμη, επιστήμονες, πολιτικούς…

Γεννημένος το 1942, ο Καζίνσκι υπήρξε για χρόνια ο σημαντικότερος εσωτερικός Δημόσιος Εχθρός Νο1 των ΗΠΑ. Παιδί εργατών, μεγαλωμένος στην κατεξοχήν αμερικάνικη πόλη του Σικάγου, έδειξε πολύ νωρίς τις εξαιρετικές νοητικές ικανότητές του. Τα μαθηματικά ήταν το αγαπημένο του “παιγνίδι”, αν και δεν πήγαινε πίσω σε τίποτε. Περνούσε δύο δύο τις τάξεις, έγινε δεκτός στα 15 του στο Χάρβαρντ. Στα 17 του, στο δεύτερο πια έτος σπουδών, έγινε πειραματόζωο στα σκληρά και βάρβαρα πειράματα του καθηγητή του και επικεφαλής της Ψυχολογικής Κλινικής του Χάρβαρντ, Χένρυ Μάρρεϋ. Έζησε πολύ νωρίς σε ένα περιβάλλον όπου η “πρόοδος” και οι προσπάθειες ελέγχου της ανθρώπινης σκέψης, περνούσε από την κακοποίηση και των εξευτελισμό του, αυτού και άλλων εφήβων, από τους “ειδικούς”. Ο ίδιος ο Καζίνσκι δεν θεώρησε ποτέ εκείνα τα πειράματα σημαντικά για την πορεία που ακολούθησε, αλλά ήταν πολλοί οι ειδικοί που διαφώνησαν – ειδικοί, συνάδελφοι του κακοποιητή του.

Μετά το Χάρβαρντ ακολούθησε ακόμη ένα εξαιρετικό πανεπιστήμιο, αυτό του Μίσιγκαν, όπου ολοκλήρωσε μεταπτυχιακό και διδακτορικό, ενώ παράλληλα δίδασκε, ως υπότροφος. “Η λέξη εξυπνάδα δεν αρκεί για να περιγράψει το εξαιρετικό μυαλό του” θα πουν οι δάσκαλοί του. Τελείωσε μετ’ επαίνων, ο καλύτερος της χρονιάς του. Το μέλλον του έμοιαζε λαμπρό, η πρώτη του θέση, ως καθηγητή, ήταν στο Μπέρκλεϋ, το κορυφαίο δημόσιο πανεπιστήμιο των ΗΠΑ το 1968. Εγκατέλειψε, χωρίς να εξηγήσει σε κανέναν γιατί, έναν χρόνο αργότερα.

Η ζωή του τότε αλλάζει δραστικά. Γυρνάει για λίγο στο Σικάγο, πριν φύγει για τις ερημιές της Μοντάνας, όπου χτίζει την καλύβα του με τα ίδια του τα χέρια. Θέλει να μάθει να επιβιώνει χωρίς τις σύγχρονες ανέσεις. Τις αποφεύγει: ούτε τρεχούμενο νερό, ούτε ρεύμα. Μετακινείται με ποδήλατο, κάνει δουλειές του ποδαριού, περνάει ώρες στη βιβλιοθήκη διαβάζοντας. Όταν συνελήφθη, στην καλύβα του βρέθηκαν μπόλικα βιβλία, ένα κρεβάτι, μια σόμπα και δυό καρέκλες. Ομως, το βιβλίο αναφοράς στη ζωή του, από δω και πέρα, είναι το έργο του αναρχοχριστιανού φιλοσόφου Ζακ Ελλύλ Το Τεχνικό Σύστημα.

Το παιδί – θαύμα των μαθηματικών, που εγκατέλειψε τα πάντα, για να κλειστεί σε μια καλύβα στα βουνά της Μοντάνας, δέκα χρόνια μετά ξεκινά νέα καριέρα, “χτυπώντας” με βόμβες τους στόχους του – μέλη της κυρίαρχης τάξης που πίστευε ότι προωθούν επικίνδυνη για τον άνθρωπο και το περιβάλλον ανάπτυξη / τεχνολογία. Έγραφε συνεχώς. Το FBI κατέσχεσε πάνω από 40.000 χειρόγραφα όταν τον συνέλαβε. Πιο γνωστό κείμενό του, το μανιφέστο του, Το Μανιφέστο του Unabomber, με τίτλο “Η Βιομηχανική Κοινωνία και το Μέλλον της”, ένα αναρχικό κείμενο δεκάδων χιλιάδων λέξεων, ενάντια στην τεχνολογία, την εκβιομηχάνιση, την καταστροφή του περιβάλλοντος, υπέρ μιας πιο “πρωτόγονης”, γεμάτης σεβασμό στάσης προς το περιβάλλον, το μόνο που είχε δημοσιευτεί.

Αν οι μηχανές λαμβάνουν όλες τις αποφάσεις μόνες τους, τότε ακόμη κι η εικοτολογία είναι αδύνατη, καθώς ο ανθρώπινος νους δε δύναται να μαντέψει τη συμπεριφορά της μηχανής. Το μόνο που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι η μοίρα του ανθρωπίνου γένους θα βρίσκεται στο έλεος των μηχανών. Κάποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι το ανθρώπινο γένος δεν θα ήταν ποτέ τόσο ανόητο ώστε να παραδώσει την εξουσία στις μηχανές. Δεν υπονοώ όμως ότι το ανθρώπινο γένος θα δώσει με τη θέλησή του την εξουσία στις μηχανές ούτε ότι οι μηχανές θα πάρουν με τη θέλησή τους την εξουσία. Αυτό που υπονοώ είναι ότι το ανθρώπινο γένος μπορεί πολύ εύκολα να επιτρέψει να εξαρτηθεί σε τέτοιο βαθμό από τις μηχανές που ουσιαστικά δεν θα έχει άλλη πρακτική επιλογή από την αποδοχή όλων των αποφάσεων των μηχανών. Καθώς η κοινωνία και τα προβλήματα θα γίνονται όλο και περισσότερο πολύπλοκα κι οι μηχανές θα γίνονται όλο και περισσότερο έξυπνες, οι άνθρωποι θα επιτρέπουν στις μηχανές να παίρνουν τις αποφάσεις, γιατί απλούστατα οι αποφάσεις που θα λαμβάνονται από μηχανές θα φέρουν καλύτερα αποτελέσματα από τις αποφάσεις των ανθρώπων. Σταδιακά ίσως φτάσουμε σε ένα επίπεδο που οι αποφάσεις που θα κρατούν το σύστημα ενεργό θα είναι τόσο πολύπλοκες ώστε τα ανθρώπινα όντα δε θα μπορούν να τις λάβουν με την δική τους διάνοια. Σε αυτό το στάδιο οι μηχανές θα έχουν πρακτικά τον έλεγχο. Οι άνθρωποι δε θα μπορούν να κλείσουν τις μηχανές, γιατί θα είναι τόσο εξαρτημένοι ώστε το κλείσιμο των μηχανών θα ισοδυναμεί με αυτοκτονία”.*

Για τη δημοσίευση του Μανιφέστου, είχε έναν μάλλον ιδιότυπο “διάλογο” με τον Τύπο το 1995: δεν επρόκειτο, είπε, να ξαναχτυπήσει, αν δημοσιευόταν το Μανιφέστο του σε μία από τις μεγάλες αμερικάνικες εφημερίδες. Όπερ και εγένετο, με τη δημοσίευσή του στην Ουάσιγκτον Ποστ το Σεπτέμβριο του 1995. Όμως, το ύφος και οι θέσεις του αναγνωρίστηκαν από τη νύφη του και τον αδελφό του, ο οποίος και τον κατέδωσε στο FBI.

Ιδεολόγος μέχρι τέλους, παρά την επιμονή των δικηγόρων του, αρνήθηκε να δηλώσει ανικανότητα να δικαστεί λόγω ψυχικής νόσου: ήξερε πολύ καλά τι έκανε και γιατί το έκανε, είπε. Ήταν ένοχος με βάση τον αμερικάνικο νόμο, αθώος με βάση τη συνείδησή του. Ομολόγησε ώστε να μην εκτελεστεί. Καταδικάστηκε σε οκτώ φορές ισόβια.

Σε περίπτωση που η ελίτ αποτελείται από καλόκαρδους ριζοσπάστες, μπορεί να αποφασίσουν να παίξουν τον καλό ποιμένα για το λοιπό ανθρώπινο γένος. Θα φροντίσουν ώστε όλες οι ανάγκες να ικανοποιηθούν, όλα τα παιδιά να μεγαλώσουν σε ψυχολογικώς υγιείς συνθήκες, όλοι θα έχουν χόμπυ για να κάνουν κάτι κι όποιος δεν είναι ευχαριστημένος θα υποβάλλεται σε ‘θεραπεία’ ώστε να θεραπευτεί το ‘πρόβλημά’ του. … Αυτοί οι μεταλλαχθέντες άνθρωποι ίσως να είναι ευτυχείς σε μια τέτοια κοινωνία, αλλά είναι βέβαιο πως δεν θα είναι ελεύθεροι. Θα έχουν μετατραπεί σε κατοικίδια ζωάκια”.*

Όταν, ενώ βρίσκονταν στη φυλακή, του ήρθε πρόσκληση για μια συνάντηση, reunion, των συμφοιτητών του στο Χάρβαρντ, είχε συμπληρώσει στα στοιχεία που του ζητήθηκαν,

Επάγγελμα: Κρατούμενος

Βραβεύσεις: Οκτώ φορές ισόβια

*Από το Μανιφέστο του Unabomber, σε απόδοση της γράφουσας