Πίσω από κάθε επιτυχημένο άντρα βρίσκεται μία γυναίκα και πίσω από κάθε κατάκτηση ένας ανήσυχος άνθρωπος. Η παραπάνω φράση περιγράφει ιδανικά την περίπτωση της Συναγωγής, του Δημήτρη και της Μαρίνας. Ένα αλληλένδετο τρίπτυχο, ενωμένο και ομοούσιο. «Η ιδέα της Συναγωγής γεννήθηκε το Φλεβάρη του '95, κάτι σαν το Δεκέμβρη του '40, γιατί για εμάς έτσι έμοιαζε, αφού μέσα σε μια νύχτα κάηκε ολοσχερώς το Τατουάζ, το πρώτο μαγαζί του Δημήτρη, στην παλιά πόλη και κυριολεκτικά βρεθήκαμε στο άσσο» ξεκινά την αφήγηση της ιστορίας η Μαρίνα.
«Τότε ένας φίλος του πατέρα του Δημήτρη σε μια “συζήτηση καρδιάς” του πρότεινε να δει ένα χώρο που μπορεί να τον ενδιέφερε. Ήταν ένα ερείπιο, κρυμμένο καλά, στην οδό Σκουφών, στην εβραϊκή συνοικία της παλιάς πόλης και μεσοτοιχία με τη “Συναγωγή Ετζ Χαγίμ”. Το μέρος το είχε ξεχάσει και ο θεός (εβραϊκός ή άλλος), αφού η συνοικία είχε καταστραφεί στον πόλεμο και ότι είχε απομείνει όρθιο θύμιζε σκηνικό αρχαίας τραγωδίας. Εγώ, προσωπικά, ποτέ δεν είχα στρέψει το μάτι μου σε αυτό το ακίνητο παρά το γεγονός ότι περνούσα καθημερινά από μπροστά του, όμως ο Δημήτρης αμέσως κάτι είδε. Το μαγαζί λόγω θέσης γεννήθηκε με το όνομά του και έτσι τον Ιούνιο του '95 άνοιξε» συνεχίζει η Μαρίνα.
Εκείνο το καλοκαίρι ήμουν κι εγώ στα Χανιά και έπινα τα ποτά μου στην νεοαφιχθήσσα Συναγωγή. Θυμάμαι προτιμούσα Bacardi Cola, ούτε που διανοούμαι να το βάλω στο στόμα μου σήμερα. Όλα αλλάζουν με τα χρόνια. Η Συναγωγή όμως μένει. «Φέτος, διανύει το 22ο καλοκαίρι της και δε θυμίζει παρά ελάχιστα το μαγαζί που ήταν όταν ξεκίνησε, καθώς έχουν προστεθεί νέοι χώροι, νέοι άνθρωποι, νέες ιδέες. Λειτουργεί με δύο διαφορετικά bar, -στο ένα παίζουν DJ κάθε βράδυ από funk-soul μέχρι alternative, rock, trip hop και mainstreap και στο δεύτερο, το λεγόμενο “μικρό μπαρ”, θα ακούσεις ελληνικό έντεχνο, χωρίς όμως να μπλέκονται αυτά μεταξύ τους, καθώς η αρχιτεκτονική του χώρου επιτρέπει στη Συναγωγή να λειτουργεί σαν πολυχώρος» εξηγεί η Μαρίνα.
Τα Χανιά τα έχω στο μυαλό μου για πολλά πράγματα -πηγαίνω από 18 ετών-, κάποια από αυτά είναι: η πολύβουη γιορτή στα στενά δρομάκια της, μετά τις 8 το βράδυ, οι μυρωδιές από τα τσιγαριαστά που σιγοβράζουν στις κατσαρόλες των εστιατορίων, όλες οι φυλές του Ισραήλ που συναθροίζονται στο λιμάνι, η αίσθηση ότι θα δεις έναν ενετό αριστοκράτη να στρίβει στη γωνία, αλά μπρατσέτα με τον Αλομπάρ, τον απέθαντο ήρωα του Τομ Ρόμπινς και, φυσικά, το απαραίτητο πέρασμα από την μπάρα της Συναγωγής. Είκοσι δύο χρόνια είναι αυτά.
«Το πιο συνηθισμένο σχόλιο είναι ότι το μαγαζί τους θυμίζει “ενετικό σκηνικό”, όμως νομίζω ότι το καλύτερο ήταν όταν ένας νεαρός μπήκε μέσα κατά λάθος και μετά βγήκε τρέχοντας έξω φέρνοντας όμως μαζί του ένα τσούρμο από φίλους του, για να τους δείξει “κάτι μαγευτικό που έχει ανακαλύψει” όπως τους είπε» λέει η Μαρίνα, όταν της ζητάω να μοιραστεί μαζί μου κάποιες αναμνήσεις-highlight απ' όλα αυτά τα χρόνια. «Ο Ευθύμης σίγουρα άφησε το αποτύπωμά του στη Συναγωγή. Ήταν ένας καθημερινός πελάτης “ψυχούλα και ψυχάκιας” την ίδια στιγμή, καλλιτέχνης γαρ, έπινε τα mojito του και μετά έμπαινε στις τουαλέτες και ζωγράφιζε. Το επόμενο βράδυ “ξενέρωτος” ερχόταν με διαλυτικά και έσβησε ό,τι είχε ζωγραφίσει μέχρι τα επόμενα mojito...» θυμάται.
Με τη Μαρίνα, έχουμε μοιραστεί, επίσης, πάμπολλες κοινές αναμνήσεις, μιας και είμαστε φίλες από τότε που θυμόμαστε τον εαυτό μας. Από τότε που το μέλλον ή η ηλικία στην οποία βρισκόμαστε σήμερα έμοιαζε τόσο μακρινή, όσο η γη από τη σελήνη. Anyway, πάμε παρακάτω.
«Ο κατάλογος, στην εφαρμογή του, οφείλετε σε όλους και ιδιαίτερα στην bartender και γραφίστρια μας, την Κική. Το outfit το είχαμε δει μαζί σε εκείνο το σοφιστικέ κοκτεϊλάδικο στην Αθήνα, ήταν μια βεντάλια. Επειδή σύνθημά μας είναι το “back to summer”, πίστευα για πολύ καιρό ότι θα ταίριαζε μια βεντάλια στη Συναγωγή και φέτος η Κική το “έστησε”. Η λίστα είναι 100% δική μας και, όπως λέει η Κική, είναι τα χρώματα και τα αρώματα του μαγαζιού . Αρωματισμένο gin με γιασεμί για το κοκτέιλ Sinagogis Them. Εκτός εάν κάποιος προτιμά το Med Fresh, το χαρακτηριστικό μεσογειακό μείγμα με μαστίχα , μανταρίνι και νότες από κάρδαμο» πάει παρακάτω την κουβέντα και η Μαρίνα. Και φτάνουμε στο ποθητό κεφάλαιο «Ψηλός»: «Ο Δημήτρης, γνωστός και ως “Ψηλός” δεν χρειάζεται συστάσεις, ταυτίζεται με τη Συναγωγή, το Τυπογραφείο, την Πινακοθήκη και τώρα στην Αθήνα, το Όξο Νου, στα Εξάρχεια, ένα εστιατόριο με κρητικές και μεσογειακές λιχουδιές από την πατρίδα. Το “άθλημα” το κατέχει και το εξασκεί για πολλά χρόνια με επιτυχία. Όσο για μένα, ξέρεις εσύ, έφυγα τρέχοντας από τη γενέτειρα Αθήνα και πήγα back to my roots. Τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδα, Συναγωγή, παιδιά, ζήτω!» περιγράφει συνοπτικά η «κυρία του Ψηλού», η οποία ήταν συνάδελφος, αλλά το γύρισε.
«Το 26 μου αρέσει πολύ σα νούμερο, έχει μια αρμονία, μια συντροφικότητα, μια ομαδικότητα, κάτι το οποίο “παίζει” πολύ στη Συναγωγή. Το μαγαζί έγινε στέκι γιατί έχει μια γερή βασική ομάδα που πλέον είναι οικογένεια. Όλοι, από όποιο πόστο κι αν βρίσκονται μέσα στο μαγαζί, θέλουν ψυχή τε και σώματι να το δουν να “τρέχει”. Η διορατικότητα του Δημήτρη και η τόσα χρόνια πείρα του, βλέπει πότε και τι πρέπει να αλλάξει, προς τα που να κινηθούμε, τι θέλει ο κόσμος, χωρίς να παρεκκλίνουμε ποτέ από το ύφος μας και την αξία που έχουμε σημαία μας, το value for money» καταλήγει η Μαρίνα και διαπιστώνω γι' ακόμα μια φορά πράγματα που ήδη ήξερα, όπως: η Μαρίνα θαυμάζει απεριόριστα τον «Ψηλό», ο «Ψηλός» έχει αναγάγει το στήσιμο ενός μαγαζιού σε επιστήμη και τα όμορφια στέκια φτιάχνονται από ανθρώπους που αγαπούν τους ανθρώπους. Ή κάπως έτσι τέλος πάντων. Εις υγείαν!
Facebook Sinagogi Open Air bar